Γράφει η Κελλυ Σουμπεκη.
Σε αυτόν τον πλανήτη ανάμεσα στα πλάσματα που δουλεύουν, τρώνε, πίνουν, μεγαλώνουν παιδιά, κοιμούνται, βρίζουν, ερωτεύονται, μισιούνται, δημιουργούν τέχνη , μπαίνουν φυλακή, κάνουν αγαθοεργίες αλλά και τόσα άλλα, υπάρχουν και οι άνθρωποι που κούνησαν το μολύβι στο χαρτί: οι λεγόμενοι «Συγγραφείς».
Η πρώτη μου μεγάλη αγάπη; Ο Όμηρος! Ναι! Ναι! Ξέρω! Πάντα υπάρχει κάποιος που θα κορδωθεί και θα μου πει ότι ήταν ραψωδός, αλλά για εμένα που έχω το βιβλίο του στο προσκέφαλό μου είναι συγγραφέας. Δεν γίνεται να μην αγαπάς το ομηρικό έπος. Αν δεν αγαπάς τον Όμηρο δεν μπορούμε να είμαστε φίλοι.
Ο Όμηρος λοιπόν είναι ο αγαπημένος μου συγγραφέας επειδή πήρε τον Έλληνα και τον ανέβασε στον Όλυμπο ή μήπως κατέβασε τον Όλυμπο στον Έλληνα; Σίγουρα πάντως τους ένωσε για πάντα και από την ένωση αυτή μεταγγίστηκε ιχώρ στις φλέβες τους. Μου αρέσει που οι ήρωες στην Ιλιάδα είναι πάντα πρόθυμοι να σκοτωθούν για την δόξα. Μου αρέσει που στην Οδύσσεια το μετανιώνουν. Λατρεύω το τέλος της Ιλιάδας, θα περίμενε κανείς ότι θα τελείωνε με τον εμπρησμό της Τροίας και τις γυναίκες να ικετεύουν για την ζωή τους. Αλλά όχι. Η Ιλιάδα τελειώνει με τους Τρώες να γευματίζουν εις μνήμην του Έκτορα και είναι η τελευταία φορά που τους βλέπουμε όλους μαζί ζωντανούς. Για την Οδύσσεια τι να πω; Τα παιδία στην Α’ γυμνασίου πάντα με ρωτάνε αν ο Οδυσσέας ήταν υπαρκτό πρόσωπο. Μου αρέσει να τους λέω ότι ο Οδυσσέας είναι ο καθένας από εμάς.
Οι πιο αγαπημένες μου σκηνές είναι πάντα εκείνες όπου οι ήρωες είναι ανθρώπινοι. Ας πούμε στη ραψωδία Ζ όταν ο Έκτορας πάει να βρει την γυναίκα του στο σπίτι τους. Η Ανδρομάχη την ίδια στιγμή παίρνει το μωρό τους αγκαλιά και πηγαίνει να βρει τον άντρα της στο πεδίο της μάχης. Συναντιούνται λοιπόν στη μέση της διαδρομής, στον μεταίχμιο χώρο, εκεί που ο άντρας και η γυναίκα γίνονται ένα. Το μωρό βλέπει τον πατέρα του με την περικεφαλαία και τρομάζει. Ο Βασιλιάς Έκτορας, ο αρχηγός των Τρώων, βγάζει την περικεφαλαία για να αγκαλιάσει το παιδί του. Και πραγματικά αυτό που τον αφοπλίζει είναι η αγάπη. Την επόμενη φορά που τον αφόπλισαν ήταν πια νεκρός. Εγώ όμως ξέρω ότι ο μοναδικός στον οποίο έβγαλε την περικεφαλαία του εν ζωή ήταν ο γιός του ο Αστυάνακτας και αυτό για εμένα είναι ο θρίαμβος της ζωής.
Μια άλλη σκηνή που με συγκινεί πάντα είναι η συζήτηση του Οδυσσέα με την μητέρα του Αντίκλεια στον Κάτω κόσμο στην ραψωδία λ. Μου αρέσει που διαβεβαιώνει τον γιό της ότι η Πηνελόπη παρέμεινε πιστή και τίμια. Η μία γυναίκα της ζωής του από τον κάτω κόσμο παραδίδει τα σκήπτρα στην επόμενη γυναίκα της ζωής του στον πάνω κόσμο. Όταν ο Οδυσσέας την ρωτάει από τι πέθανε, εκείνη χωρίς να τον κατηγορήσει για τίποτα του απαντά ο καημός μου για σένα…
Η τελευταία αγαπημένη μου σκηνή ήταν και η πιο μισητή μου. Είναι στην Ραψωδία Σ όπου ο Όμηρος περιγράφει την παράσταση της ασπίδας του Αχιλλέα. Πάρα πολύ με παίδευσε αυτή η ασπίδα. Την μισούσα σαν φοιτήτρια και όταν δίναμε Ομηρικό έπος και μας μοίραζαν τα θέματα, εγώ κοιτούσα με τεράστια μάτια και έλεγα: ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ Η ΑΣΠΙΔΑ! ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΣΠΙΔΑ! Και εννοείται φυσικά ότι έπεσε η ασπίδα!
Εκεί που πάει να μπει ο Αχιλλέας στο πεδίο της μάχης και να γίνει ο κακός χαμός, ο Όμηρος αρχίζει και περιγράφει σε κάτι πανδύσκολα αρχαία τις παραστάσεις που είχε πάνω η ασπίδα. Όπου έχουμε: Τον ουρανό με τα άστρα, τον ήλιο, το φεγγάρι, τη θάλασσα, δυο πόλεις η μια σε ειρήνη η άλλη σε πόλεμο, ένα όργωμα, ένα θέρισμα, ένας τρύγος, ένα κοπάδι βόδια που του επιτίθενται λιοντάρια, ένας βοσκότοπος με κοπάδι πρόβατα, έναν γάμο, έναν χορό ανθρώπων όπου στη μέση υπάρχει και ο ίδιος ο Όμηρος ως αοιδός (μη χάσει) και στο τέλος κλείνουμε με τον Ωκεανό. Θυμάμαι να είμαι στο σπουδαστήριο και να κοιτάζω τον βιβλιοθηκάριο με απόγνωση, θλίψη και θυμό ταυτόχρονα και εκείνος να μου ανταποδίδει το βλέμμα απορημένος.
Μέσα στην απελπισία μου λοιπόν διάβασα ένα σχόλιο του Schadewaldt που έλεγε ότι ο Αχιλλέας ξέρει ότι θα πεθάνει προκειμένου να εκδικηθεί για τον νεκρό φίλο του. Ο ποιητής του δίνει μια ασπίδα με όλες αυτές τις ομορφιές της ζωής που αποφάσισε να θυσιάσει για να κερδίσει την υστεροφημία του. Αν σκεφτούμε μάλιστα το ενδεχόμενο ο Όμηρος να ήταν τυφλός, τότε μας μιλάει για τις ομορφιές της ζωής που στερούταν και ο ίδιος… Έτσι είναι οι μεγάλοι δάσκαλοι σαν τον W. Schadewaldt, τον Ι.Θ. Κακριδή, τον Δ.Ν. Μαρωνίτη ξέρουν ότι υπάρχουν πάντα αναγνώστες που είναι σαν εμένα, που χάνουν τον δρόμο τους, που δεν βλέπουν και τότε ανάβουν τον πυρσό και σου λένε « Εδώ είμαστε μαζί με τον όμηρο».
Και φυσικά οι φιλόλογοι σαν άνθρωποι θα φαγωθούμε και μεταξύ μας! Είναι ολόκληρο το έπος του Ομήρου; Όχι δεν είναι δικό του! Είναι δικό του, αλλά είναι και αλλονών. Συνέθεσε μόνο το ένα; Οοοοχι και τα δυο! Γεννήθηκε στη Χίο; Όχι στη Σμύρνη! Μήπως στην Κύμη; Παίζει και στο Άργος! Στην πραγματικότητα δεν νομίζω ο ‘Όμηρος να νοιαζόταν και πολύ. Ο Όμηρος ήθελε να αρέσει στους ανθρώπους και όχι στους φιλόλογους- που και αυτοί άνθρωποι είναι απλά λίγο μπερδεμένοι…